ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ - ΠΟΙΗΣΗ



οὐ φιλέω μέγαν 
 
οὐ φιλέω μέγαν στρατηγὸν οὐδὲ διαπεπλιγμένον
οὐδὲ βοστρύχοισι γαῦρον οὐδ’ ὑπεξυρημένον,
ἀλλά μοι σμικρός τις εἴη καὶ περὶ κνήμας ἰδεῖν
ῥοικός, ἀσφαλέως βεβηκὼς ποσσί, καρδίης πλέως
.



Δε μου αρέσει ο στρατηγός που είναι ψηλός και κάνει δρασκελιές μεγάλες,
που περηφανεύται για τις πλεξούδες του και φιλάρεσκα ξυρίζει το γένι του.
Περισσότερο θα μου άρεσε ένας κοντός, ακόμη κι αν είναι στραβοπόδης, 
αρκεί να κρατιέται γερά στα πόδια του και να το λέει η καρδιά του.

Δ. Ιακώβ

χρημάτων ἄελπτον
 
χρημάτων ἄελπτον οὐδέν ἐστιν οὐδ’ ἀπώμοτον
οὐδέ θαυμάσιον, ἐπειδὴ Ζεὺς πατὴρ Ὀλυμπίων
ἐκ μεσαμβρίης ἔθηκε νύκτ’, ἀποκρύψας φάος
ἡλίου λάμποντος, λυγρὸν δ’ ἦλθ’ ἐπ’ ἀνθρώπους δέος.
ἐκ δὲ τοῦ καὶ πιστὰ πάντα κἀπίελπτα γίνεται
ἀνδράσιν· μηδεὶς ἔθ’ ὑμέων εἰσορέων θαυμαζέτω
μηδ’ ἐὰν δελφῖσι θῆρες ἀνταμείψωνται νομὸν
ἐνάλιον, καί σφιν θαλάσσης ἠχέεντα κύματα
φίλτερ’ ἠπείρου γένηται, τοῖσι δ’ ὑλέειν ὄρος.
 



Θαύματα ανέλπιστα μην ορκιστείς δε γίνονται,
αφού κι ο Δίας, των Ολυμπίων πατέρας, μέρα μεσημέρι
τη νύχτα του άπλωσε, του ήλιου τη λάμψη κρύβοντας.
Ψιλή τρεμούλα τους ανθρώπους πέρασε·
κι όλα είναι τώρα πιστευτά, μην πεις ανέλπιστα
κι ούτε κανένας να σαστίσει αν δει δελφίνια
ν’ αλλάζουν την υγρή τους κατοικία με τ’ άγρια ζώα,
αυτά ποθώντας τα ηχερά θαλάσσια κύματα,
αντί για τη στεριά κ’ εκείνα, τα βουνίσια δάση.


Γ. Δάλλας

 θυμέ, θύμ’ 
 
θυμέ, θύμ’, ἀμηχάνοισι κήδεσιν κυκώμενε,
ἀvαδευ δυσμενῶν δ’ ἀλέξεο προσβαλὼν ἐναντίον
στέρνον †ενδοκοισιν ἐχθρῶν πλησίον κατασταθεὶς
ἀσφαλέως· καὶ μήτε νικέων ἀμφάδην ἀγάλλεο,

μηδὲ νικηθεὶς ἐν οἴκωι καταπεσὼν ὀδύρεο,
ἀλλὰ χαρτοῖσίν τε χαῖρε καὶ κακοῖσιν ἀσχάλα
μή λίην, γίνωσκε δ’ οἷος ῥυσμὸς ἀνθρώπους ἔχει.



Καρδιά καρδιά μου, που σε ταράζουν αγιάτρευτες
συμφορές, μάζεψε τις δυνάμεις σου κι αντιμετώπισε τον εχθρό
προτάσσοντας τα στήθη σου. Με σταθερότητα δέξου τον
αγώνα με τον εχθρό σώμα με σώμα. Αν νικήσεις μη δείξεις
τη χαρά σου δημόσια κι αν νικηθείς μη ριχτείς στο πάτωμα
του σπιτιού σου κλαίγοντας. Να χαίρεσαι στη χαρά και να
λυπάσαι στη λύπη, αλλά όχι υπερβολικά. Προσπάθησε να
καταλάβεις το ρυθμό που κυβερνά τους ανθρώπους.

Δ. Ιακώβ

κήδεα μὲν στονόεντα 
 
κήδεα μέν στονόεντα Περίκλεες οὔτέ τις ἀστῶν
μεμφόμενος θαλίηις τέρψεται οὐδὲ πόλις·
τοίους γὰρ κατὰ κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης
ἔκλυσεν, οἰδαλέους δ’ ἀμφ’ ὀδύνηις ἔχομεν
πλεύμονας. ἀλλὰ θεοὶ γὰρ ἀνηκέστοισι κακοῖσιν
ὦ φίλ’ ἐπὶ κρατερὴν τλημοσύνην ἔθεσαν
φάρμακον. ἄλλοτε ἄλλος ἔχει τόδε· νῦν μὲν ἐς ἡμέας
ἐτράπεθ’, αἰματόεν δ’ ἕλκος ἀναστένομεν,
ἐξαῦτις δ’ ἑτέρους ἐπαμείψεται. ἀλλὰ τάχιστα
τλῆτε, γυναικεῖον πένθος ἀπωσάμενοι.


Κανείς πολίτης με το νου στη συμφορά, γογγύζοντας,
δε θα ξεδώσει, Περικλή, στο γλέντι μήτε η πόλη.
Το κύμα του βουερού βυθού έπνιξε τέτοιους άντρες,
που από το κλάμα είναι πρησμένα τα πνεμόνια μας.
Μα στ’ αθεράπευτα δεινά, βοτάνι, φίλε,
τη σιδερένια υπομονή οι θεοί μας δώρισαν.
Παντού χτυπάει η συμφορά, που τώρα στράφηκε
σε μας και για την ανοιχτή πληγή μοιρολογάμε.
Μα πάλι σ’ άλλους θα τραβήξει. Φίλοι, γρηγοράτε,
κάντε καρδιά κι αφήστε τα γυναικεία κλάματα.

Γ. Δάλλας


Ο Αρχίλοχος ήταν ελεγειακός ποιητής και ιαμβογράφος. Οι περισσότεροι μελετητές, βασισμένοι σε εσωτερικές μαρτυρίες, όπως είναι η αναφορά στον Γύγη (687 - 652, βλ. απόσπ. 19W), τα βάσανα των Μαγνησίων (650) και η έκλειψη ηλίου του 648, τον χρονολογούν στο πρώτο μισό του έβδομου αιώνα. Ο Παριανός ποιητής προερχόταν από σημαίνουσα οικογένεια. Ο παππούς του, Τέλλης, συνδεόταν με τη μεταφορά της λατρείας της Δήμητρας στη Θάσο, ενώ ο πατέρας του, Τελεσικλής, θεωρείται ότι οδήγησε εκεί μια αποικία της Πάρου. Ο Αρχίλοχος υπηρέτησε στη Θάσο ως στρατιώτης, πιθανόν μισθοφόρος. Αργότερα, υπερασπίστηκε την Πάρο ενάντια στις επιθέσεις από τη γειτονική Νάξο. Λένε ότι έχασε τη ζωή του σε μια από αυτές τις συγκρούσεις από κάποιο Νάξιο που λεγόταν Καλώνδας.

Ενώ λεκτικά βασίζεται κατά πολύ στο έπος, αισθητή είναι επίσης η παρουσία μιας σειράς νεότερων λέξεων και ιδιωματισμών. Τα περισσότερα σωζόμενα ποιήματά του είναι ολιγόστιχα και εμφανίζουν μεγάλη μετρική ποικιλία. Πρόκειται για ελεγειακά δίστιχα, ιαμβικά τρίμετρα, τροχαϊκά τετράμετρα, επωδούς και άλλους στροφικούς συνδυασμούς.
Τα θέματά του ήταν συχνά ερωτικά, συμποτικά, πολιτικά. Ο Αρχίλοχος, κεντρική φυσιογνωμία της λογοτεχνίας του έβδομου αιώνα και για τους αρχαίους ίσος με τον Όμηρο, υπήρξε ο κορυφαίος εκπρόσωπος της ιαμβικής ποίησης. Στο έργο του εκφράζει την «αμηχανία» του εφήμερου ανθρώπου μπροστά στην παντοδυναμία των Θεών, αναγνωρίζει τον αιώνιο νόμο της εναλλαγής που κυβερνά τον κόσμο, ενώ από τον πόλεμο αφαιρεί κάθε στοιχείο μεγαλοπρέπειας, απεικονίζοντας με ρεαλισμό μόνο την αβεβαιότητα και την αθλιότητά του. Με την ποίηση του Αρχίλοχου συντελείται η πρώτη λυρική ανατροπή του ηρωϊκού ιδεώδους.

Πηγή:  http://ebooks.edu.gr


Σχόλια

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

ΦΟΡΜΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *